Πολυζωίδης, Αναστάσιος

Πολυζωίδης, Αναστάσιος
(Μελένικο 1802 – Αθήνα 1873). Έλληνας λόγιος, πολιτικός και νομικός. Σπούδασε στο Μελένικο (όπου είχε δασκάλους τον Μετσοβίτη Αδάμ Τσαπέκο και τον Γιαννιώτη λόγιο Χριστόφορο Φιλητά), στις Σέρρες (όπου μαθήτευσε κοντά στον Μηνά Μηνωίδη) και από το 1818 μέχρι το 1821 στη Βιέννη, το Γκέτινγκεν και το Βερολίνο (όπου σπούδασε νομικά, ιστορία και κοινωνικές επιστήμες). Από τα χρόνια των σπουδών του στη Γερμανία προήλθαν όχι μόνο μερικές σημαντικές γνωριμίες του (Κ. Ασώπιος, Γ. Γεννάδιος, Θεόκλ. Φαρμακίδης, Γ. Ψύλλας, Φρ. Μαύρος κλπ.), αλλά και οι πρώτες βάσεις της ιδεολογικής του διαμόρφωσης. Μετά την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης εγκαταλείπει τις σπουδές του και προσπαθεί να περάσει στη Μολδοβλαχία, για να αγωνιστεί κάτω από τις σημαίες του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Αλλά η καταστροφή του Ιερού Λόχου –όπου πήγαινε να καταταγεί– τον ανάγκασε να ξαναγυρίσει στη Βιέννη και, περνώντας από την Τεργέστη, να έρθει στο Μεσολόγγι, μαζί με άλλους συμπατριώτες του σπουδαστές και μερικούς Γερμανούς φιλέλληνες (Αύγουστος 1821). Στην επαναστατημένη Ελλάδα, ο Π. συνδέθηκε με τους πολιτικούς αγώνες του Αλέξανδρου Μαυροκοδράτου, του οποίου χρημάτισε από την αρχή γραμματικός και πιστός συνεργάτης. Σύντομα ανέλαβε θέσεις στην πολιτική οργάνωση του Αγώνα: διορίστηκε Γραμματέας του Εκτελεστικού (στην Κόρινθο), έλαβε μέρος στις εργασίες της Συνέλευσης της Επιδαύρου (συντάσσοντας το Σύνταγμα και άλλα σχετικά έγγραφα) και έγραψε τηΔιακήρυξιντης 15ης Ιανουαρίου 1822, που προσαρτήθηκε στο πρώτο ελληνικό πολίτευμα της 20ής Δεκεμβρίου 1822. Η περίφημη εκείνη Διακήρυξις–που χαρακτηρίζεται από τον Κ. Παπαρρηγόπουλο ως το «κάλλιστον ίσως έγγραφον εξ όσων ποτέ επί 50 έτη εξέδωκεν ελληνική Συνέλευσις ή Κυβέρνησις»– αποδόθηκε αρχικά (Ν. Σπηλιάδης) στον Καποδίστρια (που βρισκόταν τότε στη Γενεύη), αλλά αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν έργο (και μάλιστα νεανικό) του εικοσάχρονου Π. Με τη σύνταξή της γινόταν προσπάθεια να μετριαστεί στην απολυταρχική Ευρώπη η δυσμενής εντύπωση από την προβολή φιλελεύθερων στόχων της Ελληνικής Επανάστασης και να αποδεχτεί ότι ο πόλεμος εναντίον των Τούρκων δεν στηριζόταν «εις αρχάς τινάς δημαγωγικάς και στασιώδεις ή ιδιωφελείς», αλλά ότι ήταν αγώνας «εθνικός» και «ιερός», του οποίου η μόνη αιτία ήταν «η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής». Κατά την εποχή της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου (1823), ο Π. εστάλη μαζί με το Λουριώτη και τον Ορλάνδο στο Λονδίνο, όπου πέτυχαν τη σύναψη του πρώτου δανείου του Αγώνα. Το 1825 εστάλη σε νέα αποστολή στην Ιταλία, αλλά αναγκάστηκε από τις ιταλικές αρχές να επιστρέψει εσπευσμένα στην Ελλάδα. Το 1827 εξελέγη πληρεξούσιος στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, προσπαθώντας να γεφυρώσει τα χάσματα μεταξύ των αντιμαχόμενων πολιτικών μερίδων. Μετά την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο (8/20 Οκτωβρίου 1827) έφυγε για το Παρίσι, όπου ολοκλήρωσε τις νομικές του σπουδές. Ξαναγύρισε έπειτα στην καποδιστριακή Ελλάδα και ανεμείχθη με πάθος στην πολιτική ζωή του τόπου, πλαισιώνοντας την αντιπολιτευτική παράταξη των φιλελεύθερων Συνταγματικών και εκδίδοντας (από τις 11 Μαρτίου 1831) την εφημερίδα ΑπόλλωνΑπό το βήμα αυτό ο Π. διακήρυττε δύο θεμελιώδεις αρχές της πολιτικής και ιδεολογικής του τοποθέτησης: την ελευθερία και την παιδεία. Αυτό αποτέλεσε τη βάση της μετέπειτα σταδιοδρομίας του και τις αιτίες που οδήγησαν στις επανειλημμένες διώξεις του (επί Καποδίστρια και επί της αντιβασιλείας του Όθωνα). Αλλά η εντυπωσιακότερη ενέργεια του φιλελεύθερου και ακριβοδίκαιου Π. εκδηλώθηκε κατά την περιβόητη δίκη του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, του Κ. Πλαπούτα και των συντρόφων τους. Η Αντιβασιλεία διόρισε τον Π. ως πρόεδρο του εκτάκτου δικαστηρίου, και μέλη τον Α. Βούλγαρη, τον Δ. Σούτσο, τον Φ. Φραγκούλη και τον Γεώργιο Τερτσέτη (Μάρτιος 1834). Μετά τη λήξη της διαδικασίας (κατά την οποία δεν αποδείχτηκε με τρόπο ικανοποιητικό η κατηγορία της εσχάτης προδοσίας για τους κατηγορουμένους) ο Σκοτσέζος εισαγγελέας Εδουάρδος Μάσον προσπάθησε με πλάγια μέσα να εξασφάλισει την καταδίκη σε θάνατο των κατηγορουμένων (26 Μαΐου 1834), επιστρατεύοντας και τον τότε βαλτό υπουργό της Δικαιοσύνης Κων. Σχινά. Η κατάσταση αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Π. και του Τερτσέτη, έγινε αφορμή για δραματικά όσο και κωμικοτραγικά επεισόδια μέσα στην αίθουσα και στους προθαλάμους του δικαστηρίου, και οδήγησε τελικά στην καταδίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα, αλλά και στη δημιουργία ενός προηγουμένου, χάρη στο oποίο η Αντιβασιλεία δεν τόλμησε να επιτρέψει τελικά τις εκτελέσεις των δύο αγωνιστών. Αντίθετα, οι δυο δικαστές αποκαταστάθηκαν στις παλιές τους θέσεις. Ύστερα μάλιστα από την ενηλικίωση του Όθωνα, οι κατάδικοι αγωνιστές ελευθερώθηκαν και παρασημοφορήθηκαν και ο Π. διορίστηκε αντιπρόεδρος του νεοσύστατου τότε Άρειου Πάγου και Σύμβουλος της Επικρατείας (Γερουσιαστής). Το 1837 διορίζεται και υπουργός της Παιδείας και των Εσωτερικών. Ως υπουργός Παιδείας θεμελίωσε το Εθνικό Πανεπιστήμιο και ως υπουργός Εσωτερικών θεμελίωσε την ελληνική ελευθεροτυπία, για την οποία είχε αρχίσει να αγωνίζεται από την εποχή του Καποδίστρια (δικό του έργο είναι η έκδοση του περί τύπου φιλελεύθερου νόμου της 23ης Νοεμβρίου 1837). Μετά την εκθρόνιση του Όθωνα διορίστηκε νομάρχης Αττικοβοιωτίας και έπειτα έζησε αποτραβηγμένος από τη δημόσια ζωή, αφοσιωμένος στην ολοκλήρωση του συγγραφικού και του φιλολογικού του έργου. Από το συγγραφικό του έργο πρέπει να αναφερθεί, εκτός από τηΔιακήρυξιν της Επιδαύρου (1822), η σύνταξη, μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι (1824), του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδοςμε βάση τα αγγλοαμερικανικά πολιτειακά πρότυπα και μιαςΣυντόμου Πραγματείας περί των Ειρηνοποιών και Ορκωτών κριτών της Αγγλίας. Ακολούθησε αργότερα η έκδοση των Γεωγραφικών(1859-60), των Ελληνικών(1870 σε 2 τόμους), τωνΝεοελληνικών(1874) και τηςΓενικής Ιστορίας (1889-90, σε 3 τόμους, στους οποίους ο επιμελητής και εκδότης τους Γεώργιος Κρέμος πρόσθεσε άλλον ένα), έργα που χρησιμοποιήθηκαν από αρκετές ελληνικές γενιές ως βασικά εγχειρίδια. Στο μεταφραστικό του έργο ανήκει η απόδοση στην ελληνική γαλλικών και γερμανικών κυρίως εργασιών νομικού και οικονομολογικού χαρακτήρα. Ο Αναστάσιος Πολυζωίδης, αγωνιστής, νομικός δικαστής, λόγιος και πολιτικός, με εξαιρετική δραστηριότητα σε όλους τους τομείς, είναι από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του Αγώνα του 1821 και της μετεπαναστατικής περιόδου (Άρειος Πάγος, Αθήνα).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”